Για να τα καταφέρει, πρέπει να δημιουργήσει  στον οργανισμό    μέσω της προπόνησης εκείνες τις  συγκεκριμένες  προσαρμογές  που αφορούν καταρχήν το κινητικό σύστημα του οργανισμού.

Οι τένοντες, οι σύνδεσμοι, οι αρθρώσεις και οι μύες πρέπει να αποκτήσουν την ικανότητα να αντέχουν όλο και μεγαλύτερες επιβαρύνσεις, ( από άποψη ποιότητας δηλαδή ταχύτητας που διανύονται τα χιλιόμετρα αλλά κυρίως ποσότητας δηλαδή όγκου χιλιόμετρων ) και την ίδια στιγμή πρέπει να μπορούν να αποβάλλουν   πιο γρήγορα τα ‘’κατάλοιπα’’ που μένουν από τις καύσεις στο τρέξιμο.

Με αυτόν τον τρόπο, προπονήσεις που μόλις μερικούς μήνες  πριν θα προκαλούσαν οπωσδήποτε διαφορές ενοχλήσεις  (κυρίως πόνους και φλεγμονές ), θα μπορούν αντίθετα να αφομοιώνονται πολύ πιο εύκολα από το σώμα.
Παράλληλα, έχουμε μια βελτίωση στην τεχνική του τρεξίματος. Χάρις κυρίως στα μεγάλα τρεξίματα διάρκειας –ακόμα κι αν δεν είναι κάποιος τόσο τυχερός που να έχει έναν προπονητή που να τον επιβλέπει σε κάποιες τουλάχιστον από τις κύριες προπονήσεις  και τον συμβουλεύει ποιες αλλαγές  πρέπει να κάνει στις κινήσεις  του-, το τρεξιμο  εκτός του ότι να είναι  πιο οικονομικό και πιο αποτελεσματικό, γίνετε σιγά σιγά  λιγότερο ‘’τραυματικό’’,  από την στιγμή που γίνεται  πιο ‘’στρωτό’’ και πιο ‘’εφαπτόμενο’’ στο έδαφος: η λεκάνη σηκώνεται λιγότερο, τα γόνατα παραμένουν πιο χαμηλά κα τα πόδια είναι πάντα κοντά στο έδαφος.

Με αυτήν τη ευκαιρία θα ήθελα να σας συστήσω να μην δίνετε σημασία σε οποιονδήποτε  που δεν έχει καμία γνώση πάνω στην βιομηχανική κίνηση του τρεξίματος  και που θα σας συμβουλέψει να σηκώσετε πολίτη γόνατα και να εκτείνεται όσο το δυνατόν περισσότερο το πίσω πόδι δηλαδή το πόδι ώθησης. Υποτιθέμενοι  ‘’ειδικοί’’ αυτού του είδους υπάρχουν παντού!
Υπάρχουν έπειτα αλλαγές που έχουν να κάνουν με το ενδοκρινικό σύστημα του οργανισμού που σημαίνει με τους ορμόνες που τίθενται σε κυκλοφορία στο σώμα μας.



Απλουστεύοντας πολύ τα πράγματα  θα λέγαμε ότι  στον δρομέα βελτιώνεται η  ικανότητα να αντέχει καλύτερα το στρες  από το τρέξιμο μεγάλης διάρκειας.

Σημαντικές επίσης είναι οι μεταβολικές  προσαρμογές. Οι  μύες καταφέρνουν να καταναλώσουν μια μεγαλύτερη ποσότητα λιπών ανά λεπτό και αυτό επιτρέπει να εξοικονομηθεί μυϊκό γλυκογόνο  και να αποφευχθεί  τυχόν έλλειψη που είναι η αιτία καταρχήν της γενικής κούρασης και μετά της  κρίσης ,που σε πολλές περιπτώσεις προκαλεί μια κατάρρευση εξ ολοκλήρου απρόβλεπτη   της ικανότητας απόδοσης. Επιπλέον η απομάκρυνση και καύση του γαλακτικού οξέως  που παράγεται σε κάποιους  μύες  είναι γρηγορότερη.  Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι -σε αντίθεση  με αυτό που οι περισσότεροι  άνθρωποι  πιστεύουν –δεν παράγεται γαλακτικό οξύ μόνο όταν κάνουμε μια προσπάθεια υψηλής  έντασης (το πιο τυπικό παράδειγμα είναι ο δρόμος των 400 μέτρων), αλλά και όταν τρέχουμε σε ταχύτητες πολύ πιο αργές. Η παρουσία αυτής της ουσίας  στους μύες  μπορεί να προκαλέσει κάποια προβλήματα.
Με την προπόνηση όμως  βελτιώνεται  η ικανότητα να απομακρύνεται  γρηγορότερα όχι μόνο από τους μύες που το έχουν παράγει, αλλά και από το αίμα στο οποίο διαχέεται στην συνέχεια, γιατί  τα διαφορά όργανα που το μεταβολίζουν (συκώτι, καρδιά, νεφρά, άλλοι μύες) μαθαίνουν να απομακρύνουν μια μεγαλύτερη ποσότητα ανά λεπτό.

Είναι επίσης πιθανόν να έχουν έναν επίσης σημαντικό ρόλο ακόμα και οι εγκεφαλικές  προσαρμογές, χάρις στις όποιες ο δρομέας συνηθίζει να αντέχει πολύ καλύτερα την καταπόνηση μεγάλης διάρκειας . 

Ταυτόχρονα, μαθαίνει να τρέχει σε έναν πιο σταθερό ρυθμό ( ειδικά αν κάνει ειδικές προπονήσεις ) και πιο κοντά στις δικες του ικανότητες , είτε γιατί αποκτά μια βελτιωμένη αίσθηση στους διαφορετικούς ρυθμούς ( βελτιώνοντας όλο και περισσότερο την ικανότητα να ‘’μεταφράζει’’ τις πληροφορίες που προέρχονται από το σώμα και που δείχνουν πότε κινείται με έναν ρυθμό που είναι αδύνατον να αντέξει για μεγάλο χρονικό διάστημα), είτε γιατί οι επιδόσεις  που κάνει στην προπόνηση η κυρίως στους αγώνες (για παράδειγμα στον ημιμαραθωνιο)    του επιτρέπουν να εξάγει  συμπεράσματα για τον χρόνο που μπορεί να επιτύχει στον μαραθώνιο και άρα να διαλέξει  καλύτερα τον ρυθμό στον οποίο θα κινηθεί .

Σε άλλο παλιότερο άρθρο έχουμε αναλύσει το πώς θα μπορεί κάποιος να προβλέψει τον χρόνο που μπορεί να τρέξει τον μαραθώνιο ενώ στο δεύτερο μέρος του παρόντος θα αναλύσουμε  τα μέσα που θα χρησιμοποιήσουμε για να επιτύχουμε τις παραπάνω επιθυμητές προσαρμογές.  (τέλος πρώτου μέρους, συνεχίζεται… )

Από το βιβλίο του Enrico Arcelli ‘’Voglio Correre ‘’  2012 Sperling &  Kupfer  Edizioni