2021-06-20

Η μέτρηση της καρδιακής συχνότητας   είναι μια κλασική μέθοδος ελέγχου για την εκτίμηση της λειτουργικής επίδρασης της εφαρμογής των προπονητικών επιβαρύνσεων στο τρέξιμο.Οι  παράμετροι στις  αλλαγές της καρδιάς  είναι  σημαντικός παράγοντας παροχής  πληθώρας πληροφοριών σχετικά με τις διαδικασίες και τις αλλαγές που συμβαίνουν στο σώμα του αθλητή.

 

Αποτελούν αντικειμενικό δείκτη της υγείας και της προσαρμοστικότητας του ατόμου στις επιβαρύνσεις του σώματος κάτω από  συνθήκες της προπονητικής διαδικασίας. Η μέτρησή τους απλοποιείται σημαντικά με την εισαγωγή και τη βελτίωση των σύγχρονων εξειδικευμένων συστημάτων πληροφορικής.

Με βάση αυτές τις αρχές,  η μελέτη έγινε με την επιθυμία να αποκαλύψουμε και να βελτιώσουμε τις δυνατότητες για λειτουργική ρύθμιση των  επιβαρύνσεων στο  τρέξιμο.

Ως εκ τούτου, ο σκοπός της μελέτης είναι:

Αύξηση των επιδόσεων της προπόνησης  σε αθλητές των μεσαίων αποστάσεων μέσω της βελτιστοποίησης του λειτουργικού ελέγχου στις φυσικές συνθήκες της προπονητικής διαδικασίας.

Η επίτευξη αυτού του σκοπού συνεπάγεται την επίλυση των παρακάτω:
1. Διερεύνηση της εξάρτησης της ταχύτητας  τρεξίματος και του ρυθμού  των παλμών στις φάσεις επιβάρυνσης.
2. Διερεύνηση της εξάρτησης μεταξύ της ταχύτητας τρεξίματος και της συχνότητας των παλμών στις φάσεις ανάληψης μεταξύ των επαναλήψεων.
3. Συγκριτική ανάλυση της δυναμικής των παλμών μεταξύ των φάσεων επιβάρυνσης και ανάληψης.  

Μεθοδολογία και οργάνωση της μελέτης

Για τις ανάγκες της έρευνας εφαρμόσαμε την ακόλουθη πολύπλοκη μεθοδολογία

Εξετάσαμε 20 άνδρες και 20 γυναίκες , αθλητές και αθλήτριες των μεσαίων αποστάσεων.

Το αντικείμενο της μελέτης μας είναι οι προσαρμοστικές  αλλαγές  στην δραστηριότητα του καρδιαγγειακού συστήματος ως αποτέλεσμα της εφαρμογής της διαλλειματικής  επιβάρυνσης με προοδευτική αύξηση της ταχύτητας (έντασης) τρεξίματος.

Αυτοί οι αθλητές δοκιμάστηκαν στις φυσικές συνθήκες της προπονητικής διαδικασίας. Η δοκιμή που πραγματοποίησαν ήταν:  7 x 1000 μέτρα με  ένα παθητικό διάλειμμα 3 λεπτών και προοδευτική μείωση χρόνου (αύξηση ταχύτητας) σε  κάθε 1000 μέτρα ως εξής:

Άνδρες: 4:20 m (3,85 m / s). 4: 00 λεπτά (4,17 m / s). 3:40 λεπτά (4,54 m / s). 3:15 λεπτά (5,13 m / s). 3: 00min (5.55m / s) 2:50 λεπτά (5.88m / s) στο μέγιστο δυνατό
Οι γυναίκες: 4: 40 λεπτά (3,57m / sec), 4:20 (3,85m / sec), 4: 00min (4,17m / sec), 3:35min (4,65m / sec) m / s),3:20min(5,10m/s) 3: 05min (5,40m / s) στο μέγιστο δυνατό

Η δοκιμασία διεξήχθη στο στάδιο ‘’Vasil Lefskiι» που έχει 400μ πίστα ταρτάν.Το τέμπο τρεξίματος  προσαρμόστηκε με έναν ειδικό αυτόματο βηματοδότη (tempo leader).

Κατά τη διάρκεια της δοκιμής, οι μεταβολές στη δυναμική του καρδιακού παλμού μετρήθηκαν τηλεμετρικά μέσω ενός συνόλου υπολογιστών Sunto (Sunto)

Η δυναμική του καρδιακού παλμού  στις φάσεις επιβάρυνσης και ανάληψης μεταξύ των επαναλήψεων  μετριόταν  συνεχώς κάθε 15 δευτερόλεπτα, από την αρχή μέχρι τη λήξη της  δρομικής δοκιμασίας  σε παλμούς  ανά λεπτό.

 

Τα δεδομένα που ελήφθησαν συσχετίστηκαν με την αντίστοιχη ταχύτητα τρεξίματος μέσω μιας μαθηματικής-στατιστικής ανάλυσης των αντίστοιχων εξαρτήσεων.  

Για το σκοπό αυτό, χρησιμοποιήθηκε ένα ειδικά προσαρμοσμένο πρόγραμμα στο λογισμικό της συσκευής. Επιπλέον, τα πρωτογενή δεδομένα από τις δοκιμασίες  (40 συνολικά - 20 για άνδρες και γυναίκες) υποβλήθηκαν επίσης σε πρόσθετη επεξεργασία με παραλλαγή, συσχέτιση και ανάλυση παλινδρόμησης. Στη γραφική επεξεργασία των αποτελεσμάτων, χρησιμοποιήσαμε το λειτουργικό σύστημα της Microsoft, το Excel. Οι καθορισμένες εξαρτήσεις απεικονίστηκαν με πολυωνυμικά γραφικά.

Ανάλυση των αποτελεσμάτων.
Το γράφημα του Σχήματος1 δείχνει την εξάρτηση της συχνότητας των καρδιακών  παλμών από την ταχύτητα τρεξίματος. Αυτή παρατηρείται τόσο στις φάσεις επιβάρυνσης  όσο και στις φάσεις  ανάληψης  μεταξύ των επιμέρους επαναλήψεων. Το φαινόμενο αυτό είναι συνέπεια της αύξησης της έντασης (ταχύτητας) τρεξίματος. Αυτός είναι ένας λόγος για την επιβεβαίωση του γνωστού θέματος ότι η μέτρηση του ρυθμού των καρδιακών  παλμών παρέχει πολύτιμες πληροφορίες για τον  συντελεστή φορτίου. Η επιπρόσθετη επεξεργασία μαθηματικών και στατιστικών δεδομένων επέτρεψε την περαιτέρω υποστήριξη  αυτής της εργασίας.

 

 

Το Σχ1 Δυναμική του παλμού και του όγκου παλμού κατά την διάρκεια του τεστ.

 

 

Στο σχήμα 2, μαζί με την πραγματική δυναμική των αλλαγών που παρουσιάζονται με μια διακεκομμένη γραμμή με τη μορφή μιας εκθετικής καμπύλης, συνάγεται επίσης η λογαριθμική εικόνα αυτής της εξάρτησης. Στην ουσία, στο σχήμα 2 βλέπουμε τα ακόλουθα δύο ζεύγη καμπυλών:  

 

  1. Μέγιστος καρδιακός παλμός στη φάση επιβάρυνσης (άνω καμπύλη).
    2. Μέσος καρδιακός παλμός στη φάση των 3 λεπτών της ανάληψης ανάμεσα στις επαναλήψεις των 1000 μέτρων (χαμηλότερες δύο καμπύλες)

 

 

 

Σημείωση: Πάνω μέγιστοι καρδιακοί παλμοί κατά τη διάρκεια τρεξίματος στην κάθε επανάληψη των 1.000μέτρων. Κάτω-μέσοι καρδιακοί παλμοί κατά την φάση του  διαλλείματος.

 

 

Από το εικονογραφημένο σχήμα είναι προφανές ότι από την αύξηση της ταχύτητας κίνησης  εξαρτάται και η αύξηση του καρδιακού ρυθμού στις φάσεις επιβάρυνσης  και ανάληψης που αναπτύσσεται στον εκθέτη.

 Η σύγκριση μεταξύ των θεωρητικών και των πραγματικών παραμέτρων αυτής της εξάρτησης επιτρέπει τον προσδιορισμό των κρίσιμων επιπέδων στις επιμέρους τιμές της έντασης επιβάρυνσης, οι οποίες προκαλούν διαφορετικά επίπεδα εκμετάλλευσης του ενεργειακού δυναμικού, δηλαδή  την μετάβαση από την μια ζώνη λειτουργίας των βασικών φυσιολογικών λειτουργιών του οργανισμού στην άλλη.  Όπως μπορούμε να δούμε, η πραγματική καμπύλη του παλμικού ρυθμού στις φάσεις ανάληψης περνά από τέσσερα στάδια ανάπτυξης που περιορίζονται σε τρία κρίσιμα σημεία. Το πρώτο στάδιο είναι αρχικά μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης επανάληψης στην οποία το σώμα "εργάζεται " από μία κατάσταση σχετικής ηρεμίας  σε κατάσταση λειτουργικής επιβάρυνσης. Ακολουθεί  μία σταθεροποίηση του καρδιακού ρυθμού( με κάποια καθυστέρηση) μεταξύ της δεύτερης και της τέταρτης επανάληψης.  Στην συνέχεια έχουμε μια δυναμική (αλλά έντονη)  αύξηση του παλμού από την τέταρτη έως την πέμπτη επανάληψη κατά, την οποία έχουμε μια απότομη αλλαγή στις διαδικασίες ενεργειακής τροφοδότησης του οργανισμού, δηλαδή μεταβαίνουμε στη ζώνη της υπομέγιστης έντασης της επιβάρυνσης.  Μετά την πέμπτη επανάληψη έως τη μέγιστη (έβδομη επανάληψη), καταγράφηκε μια σταθεροποίηση (κορεσμός γύρω από τις μέγιστες τιμές) της καρδιακής συχνότητας. Επομένως, έχουμε την επίτευξη των μέγιστων φυσιολογικών επιπέδων ανοχής στην κόπωση.

Πρέπει να σημειώσουμε ότι κατά τη διάρκεια της έρευνας, οι αθλητές και οι αθλήτριες με υψηλότερες  επιδόσεις  έδειξαν χαμηλότερες τιμές συχνότητας παλμών  σε όλες τις ζώνες της επιβάρυνσης. Συνεπώς από την  ανάλυση που έγινε μπορούμε να κάνουμε τις εξής ανακοινώσεις : η δυναμική της συχνότητας των παλμών κατά τη διάρκεια μιας επιβάρυνσης με προοδευτική αύξηση της ταχύτητας κίνησης  επιτρέπει τον προσδιορισμό των   ατομικών για κάθε αθλητή και αθλήτρια  βελτιωμένων δεικτών   για τη ρύθμιση του φορτίου τρεξίματος σε:

 

 

α) Περιοχή της  αερόβιας ζώνης
β) Περιοχή της αερόβιας- αναερόβιας ζώνης .

γ) Περιοχή της αναερόβιας- αερόβιας ζώνης.

 

 

 

                                                  Συμπεράσματα.

 

  • Υπάρχει σαφής σχέση μεταξύ της καρδιακής συχνότητας και της ταχύτητας (ένταση επιβάρυνσης) στο τρέξιμο. Αυτό  είναι  ένα αξιόπιστο κριτήριο για την αντικειμενική αξιολόγηση των προπονητικών  επιβαρύνσεων.   

 

  • Η εφαρμογή των τεστ αξιολόγησης με  προοδευτικά αύξηση της  ταχύτητας είναι ένα αξιόπιστο μέσο για τον καθορισμό των διαφορετικών ταχυτήτων(εντάσεων) δηλαδή για την μετάβαση από το υψηλό επίπεδο επιβάρυνσης στο επίπεδο της ανάληψης.

 

.

 Βιβλιογραφία:

 1.Bonov P. (2003) Running for Endurance and Adaptation Monograph ed. TYPE-TOP Press Sofia
2.Bonov P., A. Slavchev (1999) Optimum training speeds in long-running beagle exercises for men and women at marathon, C and N magazine. 6
3.Bonov P., V. Gigova, H. Trendafilov (2000) Pulsometric Criterion of Effectiveness in the Training of Adolescent Racers in Medium and Long Distance Running Sports and Science magazine p.3 p.3 Sofia
4.Jeliazkov Ts. (1998) Basics of Sports Workbook Textbook ed. NSA PRESS Sofia
5.Jeliazkov T., D. Dasheva (2000) Training and adaptation in sport. Monograph ISBN 954-90710-3-0 Sofia
6. Nourmela, A .; K. Hit; L. Paavolainen; M. Lambert; A. Claire; Х. Руско (2009) Мійшечное разрешение в бега на средни дистанции маг. New Studies in Athletics. 4 IAAF Monaco

7.Bonov P. 1991 Study of relationship between speed heart rate and the  accumulation of lactic in the blood mag. New Studies in Athletics IAAF December p.5 8.Bonov P. 2001 Entraiment a MOYENNE ALTITUDE, 1800-2200 (EXPIRIENCE   BULGARE) La revue de l’association des entraineurs france d’athletisme  ete p.31 9.Bonov P., D. Dasheva 2001 Planification et organization de la preparation musculair dans le course de fond et demi-fond La revue de l’association des entraineurs france d’athletisme -  decembre p. 58 10.Dacheva D., P. Bonov 1997 Structure of the training load in preparation of  top level athletes in long distance running (5000 m)  Second Annual Congress of the European College of Sport Science August 20-23  Copenhagen, Denmark  

11.Iliev I., P. Bonov 1999 The altitude training an attempt for a statistical analysis of practical results First International Scientific Congress “Sport, Stress, Adaptation”23-24 october.